lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αρετή στα αγγλικά

Λέξη:
αρετή (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (8):
dharma, virtue, advancing, advantage, asset, desirability, merit, plus
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά αρετή, αρετή τσοχατζοπούλου, αρετή σουβατζόγλου, αρετή κοσμίδου voice, αρετή κοσμίδου facebook, αρετή κοσμίδου - passenger - let her go the voice of greece - blind auditions (s01e08), αρετή στα αγγλικά, dharma στα ελληνικά
αρετή στα αγγλικά