lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βεβαιότητα στα αγγλικά

Λέξη:
βεβαιότητα (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (12):
assertion, assurance, certainty, certitude, confidence, dependability, reliability, security, self-confidence, sureness, surety, trustworthiness
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά βεβαιότητα, βεβαιότητα συνώνυμα, βεβαιότητα ορισμος, βεβαιότητα μετάφραση, βεβαιότητα λεξικό, βεβαιότητα στα αγγλικά, assertion στα ελληνικά
βεβαιότητα στα αγγλικά