lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γονατίζω στα αγγλικά

Λέξη:
γονατίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (2):
kneel, genuflect
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά γονατίζω, δε γονατίζω, γονατίζω μόνο για να βάλω δύναμη να σηκωθώ, γονατίζω μόνο για να βάλω δύναμη και να σηκωθώ, γονατίζω για να βάλω δύναμη να σηκωθώ, γονατίζω στα αγγλικά, kneel στα ελληνικά
γονατίζω στα αγγλικά