lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δουκάτο στα αγγλικά

Λέξη:
δουκάτο (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (3):
duchy, dukedom, principality
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά δουκάτο, δουκάτο των αθηνών, δουκάτο του λουξεμβούργου, δουκάτο της νάξου, δουκάτο της κορνουάλης, δουκάτο στο πικέρμι, δουκάτο στα αγγλικά, duchy στα ελληνικά
δουκάτο στα αγγλικά