lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

θλίβομαι στα αγγλικά

Λέξη:
θλίβομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (9):
afflict, bother, concern, distress, grieve, sorrow, trouble, upset, worry
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά θλίβομαι, θλίβομαι στα αγγλικά, afflict στα ελληνικά
θλίβομαι στα αγγλικά