lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

παράγω στα αγγλικά

Λέξη:
παράγω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (19):
beget, choreograph, compose, constitute, create, develop, fabricate, figure, form, found, frame, generate, instantiate, make, manufacture, materialize, produce, spawn, yield
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά παράγω, παράγω συνώνυμα, παράγω προστακτική, παράγω παραγάγω, παράγω παράξω, παράγω κλίση, παράγω στα αγγλικά, beget στα ελληνικά
παράγω στα αγγλικά