lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διευρύνω στα αλβανικά

Λέξη:
διευρύνω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-αλβανικά
Μεταφράσεις (2):
shtrij, zgjeroj
Σχετικές λέξεις:
αλβανικά διευρύνω, διεύρυνση βικιλεξικο, διευρύνω συνώνυμο, διευρύνω στα αγγλικά, διευρύνω μεταφραση, διευρύνω λεξικο, διευρύνω στα αλβανικά, shtrij στα ελληνικά
διευρύνω στα αλβανικά