lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: αμέλεια

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
criminal, default, dereliction, malpractice, neglect, negligence, shabbiness, slight
αμέλεια
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
ledabylost, nedbalost, nenucenost, opuštěnost, opuštění, zanedbanost, zanedbání, zanedbávání
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
fahrlässigkeit
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
uagtsomhed
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
abandono, dejadez, dejo, desaliño, desaseo, descuido, negligencia
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
abandon, abandonnement, laisser-aller, négligence
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
dimenticanza, negligenza, trascuratezza
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
vanrøkt, vanstell
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
небрежность
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
åsidosättande
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
hooletus
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
laiminlyönti, leväperäisyys
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
nemarnost
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
abandono, descuido, negligencia
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
zaniedbanie

Σχετικές λέξεις

αμέλεια συνώνυμα, αμέλεια ανηλίκου, αμέλεια δικηγόρου, αμέλεια αναστασάκη, αμέλεια ορισμός, αμέλεια δεξιού οπτικού πεδίου, αμέλεια συνώνυμο, αμέλεια αγγλικα, αμέλεια ποινικό, αμέλεια στα αγγλικά