lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: αμερόληπτος

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
candid, detached, disinterested, dispassionate, equitable, fair-minded, impartial, neutral, objective, unbiased, unprejudiced
αμερόληπτος
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
nestranný, neutrál, neutrální, nezainteresovaný, nezištný, nezúčastněný, spravedlivý
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
neutral, objektiv, unbefahrbar, unbefangen, unorganisch, unparteiisch
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
retfærdig, uhildet, upartisk
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
desinteresado, ecuánime, imparcial, imparcialidad, neutral, neutro
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
désintéressé, imparti, impartial, juste, neutre
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
equanime, giusto, imparziale, neutrale, neutro
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
nøytral, opartisk, rettferdig, saklig, uhildet, upartisk
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
беспристрастен, беспристрастный, нейтральный, нелицеприятен, нелицеприятный
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
opartisk
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
бесстаронні, непрадузяты, справядлівы
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
erapooletu, neutraalne
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
puolueeton
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
neutralan, objektivan
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
elfogulatlan, közömbös, objektív, pártatlan, tárgyilagos, önzetlen
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
neutralus
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
equitativo, imparcial, neutral, neutro
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
nestranný
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
байдужий, безкорисливий, безособовий, безсторонній, безтурботний, білявий, відділений, законний, зараз, значний, критичний, навіть, неупереджений, парний, плоский, посередній, прекрасний, приємний, просто, процесуальний, русявий, рівний, рівномірний, саме, світлий, справедливий, судовий, тільки, чесний, чималий, щойно, ярмарок, індиферентний
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
bezstronny

Σχετικές λέξεις

αμερόληπτος εκτιμητης, αμερόληπτος αντώνυμα, αμερόληπτος συνωνυμο, αμερόληπτος ορισμος, αμερόληπτοσ τι σημαινει, αμερόληπτος αντιθετο, αμερόληπτος σημασια, αμερόληπτος βικιλεξικο, αμερόληπτος σημαίνει