lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: ανάλυση

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
analysis, assay, evaluation, examination, parse, partition, scrutiny
ανάλυση
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
analýza, dělení, rozbor, rozdělení
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
analyse, auseinandernehmen, segmentierung, teilung, zerlegung
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
analyse, deling, division, fordeling, udredning
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
análisis, desmembración, división, partición
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
analyse, dissection, démembrement, partage
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
analisi, divisione, esame, spartizione
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
analyse, deling, utredning
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
анализ, разбор
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
analys, analyser, utredning
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
анализ
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
аналіз, разбіранне, разгляд
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
analüüs
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
analyysi, jakaminen, jako
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
analiza
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
analízis, elemzés, felosztás, pusztítás
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
analizė
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
análise, participo
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
analiză
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
analýza
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
аналіз, анатомія, знесилення, лаборант, поломка, резолюція, розбір, розтин, структура
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
analiza, rozbiór

Σχετικές λέξεις

ανάλυση swot, ανάλυση ευαισθησίας, ανάλυση σε απλά κλάσματα, ανάλυση περιεχομένου, ανάλυση παλινδρόμησης, ανάλυση διακύμανσης, ανάλυση fourier, ανάλυση λογαριασμού δεη, ανάλυση νεκρού σημείου, ανάλυση pest