lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: αναιμικός

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
anaemic
αναιμικός
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
anemický, chudokrevný
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
anämisch, blutarm
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
blodfattig
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
anémico, exangüe
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
anémique, chlorotique, exsangue
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
anemisk, blodfattig
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
анемичный, малокровный
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
anemisk, blodfattig
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
малакроўны
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
vérszegény
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
anémico
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
анемічний, недокрівний
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
anemiczny, niedokrwisty