lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: αντίσωμα

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
antibody
αντίσωμα
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
protilátka
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
abwehrstoff, antikörper, gegenkörper, immunkörper
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
antistof
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
anticuerpo
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
anticorps
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
anticorpo
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
antikropp
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
антитело
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
antikropp
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
антитяло
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
antikeha
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
antikūnis
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
anticorpi
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
protilátka
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
przeciwciało

Σχετικές λέξεις

αντίσωμα κατά θυρεοσφαιρίνης, αντίσωμα s ηπατίτιδας β, αντίσωμα θυρ. υπεροξειδάσης, αντίσωμα cytomegalovirus igg, αντίσωμα ερυθράσ igg, αντίσωμα ερυθράς, αντίσωμα hiv, αντίσωμα cytomegalovirus, αντίσωμα igg, αντίσωμα wiki