lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: απίθανος

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
far-fetched, farfetched, implausible, impossible, improbable, incredible, unbelievable, undreamed, undreamt, unearthly, unfit, unlike, unlikely
απίθανος
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
nepravděpodobný, neuvěřitelný, pochybný
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
unglaublich, unwahrscheinlich
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
usandsynlig, utrolig
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
improbable, increíble, inverosímil, remoto
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
fantastique, improbable, incroyable, invraisemblable
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
improbabile, incredibile, inverosimile
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
usannsynlig, utrolig
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
невероятный, неправдоподобный
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
osannolik, otrolig
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
непраўдападобны
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
uskumatu
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
epätodennäköinen, uskomaton
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
nevjerojatan
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
valószínűtlen
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
inverosímil
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
анекдотичний, міфічний, неймовірний, неправдоподібний
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
nieprawdopodobny

Σχετικές λέξεις

απίθανος κύριος φοξ, απίθανος μάγος βγάζει ένα ολόκληρο ψωμί από το χέρι του, απίθανοσ σοσιαλφασίστασ, απίθανος συνώνυμο, ο απίθανοσ, κύριος απίθανος