lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: αποβάλλω

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
abort, miscarry
αποβάλλω
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
potratit, zakrnět
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
abortere
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
abortar
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
avorter
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
abortire
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
abortere
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
abortar
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
poronić

Σχετικές λέξεις

αποβάλλω συνώνυμα, αποβάλλω κλίση, αποβάλλω επιθετο, επιβάλλω in english, αποβάλλω αοριστος, προβάλλω συνώνυμο, αποβάλλω αγγλικα, επιβάλλω σημασια, αποβάλλω ή αποβάλλω, αναβάλλω στα αγγλικά