lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: απόχρωση

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
coloration, colouration, hue, nuance, shade, shadow, spice, stain, streak, tincture, tinge, tint, tone
απόχρωση
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
barva, barvení, nádech, odstín, tinktura, tón, vybarvení, zabarvení, zvuk
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
abstufung, einschlag, farbe, farbton, färbung, kolorierung, nuance, schattierung, stufe, ton, tönung
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
farve, nuance, skiftning, tone, valør
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
color, coloración, matiz, tinte, tono
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
chromatisme, coloration, nuance, teinte, teinture, ton
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
colorazione, sfumatura, tinta, tintura, tono
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
farge, nyanse, sjattering, skiftning, skjær, tone, valør
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
нюанс, окраска, оттенок, тон
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
anstrykning, nyans, nyanse, skiftning, valör
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
ton
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
тон
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
адценне, афарбоўка, маляванне, нюанс
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
toon, varjund
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
häive, nuotti, sävel, väri, äänilaji
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
boja, nijansa, ton, zvuk
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
színezés, árnyalat
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
atspalvis, tonas
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cor, matiz, pigmentarias, sonância, tinge, tinta, toada, tom, tono
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
відмітка, відтінок, живопис, забарвлення, картина, клавіша, ключ, ключовий, малювання, нюанс, півтон, підозра, підозріння, розфарбування, тон, фарбування, штриховка
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
niuans, odcień, zabarwienie

Σχετικές λέξεις

απόχρωση μαλλιών, απόχρωση του γκρίζου, απόχρωση του γκρίζου γιώργος παπαδόπουλος lyrics, απόχρωση χρώματος, απόχρωση του μπλε, απόχρωση συνώνυμο, απόχρωση στα αγγλικά, απόχρωση καστανόξανθο, απόχρωση συνώνυμα, απόχρωση μεταφραση