lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: αρχέτυπο

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
archetype, prototype
αρχέτυπο
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
archetyp, pravzor, prototyp
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
muster, prototyp
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
formilde, original, prototype
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
original, prototipo
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
archétype, prototype, type
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
prototipo
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
forbilde, original, prototyp
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
первообраз, прообраз, прототип
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
original, prototyp
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
прататып
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
prototüüp
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
prototipas
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
protótipo, tipo
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
прототип
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
pierwowzór

Σχετικές λέξεις

αρχέτυπο εκδόσεις, αρχέτυπο σημασία, αρχέτυπο ετυμολογία, αρχέτυπο φροντιστήριο, αρχέτυπο θεσσαλονίκη, αρχέτυπο κομοτηνή, αρχέτυπο λεξικό, αρχέτυπο πειραιάς, αρχέτυπο συνωνυμο, αρχέτυπο βικιπαίδεια