lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: αρχαιολογία

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
archaeology
αρχαιολογία
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
archeologie
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
archäologie
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
arkæologi
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
arqueología
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
archéologie
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
archeologia
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
arkeologi
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
археология
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
arkeologi
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
археология
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
археалогія
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
arheoloogia
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
arheologija
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
archeologija
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
arheologie
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
археологія
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
archeologia

Σχετικές λέξεις

αρχαιολογία και τέχνες, αρχαιολογία της πόλης των αθηνών, αρχαιολογία και τέχνες τεύχη, αρχαιολογία και διαχείριση πολιτισμικής κληρονομιάς, αρχαιολογία και αειφόρος ανάπτυξη, αρχαιολογία της γνώσης, αρχαιολογία & τέχνες τεύχη 60 και 62 (1996), αρχαιολογία απθ, αρχαιολογία θεωρίες μεθοδολογία και πρακτικές εφαρμογές, αρχαιολογία και τέχνεσ 73