lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: ασφυξία

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
asphyxia, asphyxiation, choke, strangulation, suffocation
ασφυξία
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
dušení, strangulace, udušení, uškrcení, zadušení, zardoušení, zaškrcení, škrcení
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
abdrosseln, erstickung
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
asfixia, estrangulación
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
asphyxie, strangulation, étouffement, étranglement
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
asfissia, soffocamento
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
задушение, удушение
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
душэнне, задушванне, задушэнне, удушванне, удушэнне
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
elfojtódás, fulladás
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
asfixia, estrangulais
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
душити, задихатися, задушення, задушувати, удушення
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
uduszenie