lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πρωταθλητής στα βουλγαρικά

Λέξη:
πρωταθλητής (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-βουλγαρικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
βουλγαρικά πρωταθλητής, πρωταθλητής στο σκάκι από το 1985 έως το 1993, πρωταθλητής ο ολυμπιακός, πρωταθλητής μπάσκετ 2012, πρωταθλητής καλλιθέας, πρωταθλητής εφημερίδα τηλέφωνο, πρωταθλητής στα βουλγαρικά, адвокат στα ελληνικά
πρωταθλητής στα βουλγαρικά