lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τρέχω στα βουλγαρικά

Λέξη:
τρέχω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-βουλγαρικά
Μεταφράσεις (2):
бягам, тичам
Σχετικές λέξεις:
βουλγαρικά τρέχω, τρέχω συνώνυμα, τρέχω στα αρχαία, τρέχω ονειροκρίτης, τρέχω και δεν φτάνω, τρέχω για την κατερίνη 2013, τρέχω στα βουλγαρικά, бягам στα ελληνικά
τρέχω στα βουλγαρικά