lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

άδεια στα γαλλικά

Λέξη:
άδεια (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (24):
acquiescement, acquit-à-caution, agréage, agrément, approbation, assentiment, autorisation, campos, concession, congé, consentement, coupe-file, délivrance, exeat, laissez-passer, licence, passavant, passe, perme, permis, permission, sauf-conduit, vacances, visa
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά άδεια, άδεια παραμονής, άδεια οπλοφορίας, άδεια μικρής κλίμακας, άδεια μητρότητας, άδεια εργασίας, άδεια στα γαλλικά, acquiescement στα ελληνικά
άδεια στα γαλλικά