lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γέρος στα γαλλικά

Λέξη:
γέρος (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (9):
ancien, antique, ci-devant, vieux, gothique, singe, vétusté, vieil, vioc
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά γέρος, γέροσ ονειροκρίτησ, γέροσ δημήτρησ, γέρος του μοριά, γέρος της δημοκρατίας, γέρος τα ξύλα που ’εκοψε στην πλάτη κουβαλούσε κι αφού κουράστηκε πολύ το θάνατο καλούσε, γέρος στα γαλλικά, ancien στα ελληνικά
γέρος στα γαλλικά