lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διευρύνω στα γαλλικά

Λέξη:
διευρύνω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (11):
agrandir, amplifier, dilater, donner, juponner, paraphraser, propager, rélargir, élargir, étendre, évaser
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά διευρύνω, διεύρυνση βικιλεξικο, διευρύνω συνώνυμο, διευρύνω στα αγγλικά, διευρύνω μεταφραση, διευρύνω λεξικο, διευρύνω στα γαλλικά, agrandir στα ελληνικά
διευρύνω στα γαλλικά