lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

περιουσία στα γαλλικά

Λέξη:
περιουσία (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (19):
acquisition, attribut, avoir, bien, caractéristique, chose, colonie, domaine, fortune, frusquina, non-valeur, particularité, possession, propre, propriété, saint-crépin, saint-frusquin, singularité, vaillant
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά περιουσία, περιουσία ωνάση, περιουσία της εκκλησίας, περιουσία σαββίδη, περιουσία μοναχών, περιουσία μελισσανίδη, περιουσία στα γαλλικά, acquisition στα ελληνικά
περιουσία στα γαλλικά