lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ένοχος στα γερμανικά

Λέξη:
ένοχος (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (11):
geächtete, schuld, schuldhaft, schuldig, schuldige, schuldiger, schwerverbrecher, straffällig, täter, verbrechen, verbrecher
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά ένοχος, ένοχος χωρίς αιτία, ένοχος σε ότι αγάπησα σε ότι σκότωσες στίχοι, ένοχος ο παπαγεωργόπουλος, ένοχος λαγός, ένοχος ένοχον ου ποιεί, ένοχος στα γερμανικά, geächtete στα ελληνικά
ένοχος στα γερμανικά