lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ανοσία στα γερμανικά

Λέξη:
ανοσία (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (4):
immunität, unverletzlichkeit, widerstand, widerstandsfähigkeit
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά ανοσία, χυμική ανοσία, ανοσία συνώνυμο, ανοσία στο τοξόπλασμα, ανοσία στην ερυθρά, ανοσία ορισμός, ανοσία στα γερμανικά, immunität στα ελληνικά
ανοσία στα γερμανικά