lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διεγείρω στα γερμανικά

Λέξη:
διεγείρω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (19):
anregen, antreiben, aufgeweckt, aufreizen, aufwachen, aufwecken, aufweckend, auslösen, einflößen, erregen, erwachen, erwecken, erzeugen, hervorrufen, reizen, stacheln, stimulieren, wecken, zünden
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά διεγείρω, διεγείρω συνώνυμα, διεγείρω μετάφραση, διεγείρω λεξικο, διεγείρω ετυμολογια, διεγείρω βικιλεξικο, διεγείρω στα γερμανικά, anregen στα ελληνικά
διεγείρω στα γερμανικά