lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εξασφαλίζω στα γερμανικά

Λέξη:
εξασφαλίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (13):
abgesichert, bergen, bestätigen, beteuern, festigen, schützen, sichern, sicherstellen, vergewissern, versichern, versprechen, verteidigen, zusichern
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά εξασφαλίζω, εξασφαλιζω συνώνυμο, εξασφαλίζω μετάφραση αγγλικά, εξασφαλίζω μετάφραση, εξασφαλίζω λεξικό, εξασφαλίζω βικιλεξικο, εξασφαλίζω στα γερμανικά, abgesichert στα ελληνικά
εξασφαλίζω στα γερμανικά