lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επιβραδύνω στα γερμανικά

Λέξη:
επιβραδύνω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (7):
abbauen, befreien, entheben, entlassen, hinauswerfen, verabschieden, verlangsamen
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά επιβραδύνω, επιβραδύνω συνώνυμα, επιβραδύνω συνωνυμο, επιβραδύνω στα γερμανικά, abbauen στα ελληνικά
επιβραδύνω στα γερμανικά