lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εφαρμογή στα γερμανικά

Λέξη:
εφαρμογή (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (12):
anstellung, anwendung, aufgabe, beschäftigung, dienst, einsatz, fleiß, gebrauch, inanspruchnahme, nutzung, verwendung, verwendurig
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά εφαρμογή, εφαρμογή του θεσμού της αξιολόγησης του εκπαιδευτικού έργου, εφαρμογή συνώνυμα, εφαρμογή παρακολούθησης έργων, εφαρμογή εκτύπωσης τελών κυκλοφορίας αυτοκινήτων, εφαρμογή ειδοποίηση πληρωμής, εφαρμογή στα γερμανικά, anstellung στα ελληνικά
εφαρμογή στα γερμανικά