lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κοινός στα γερμανικά

Λέξη:
κοινός (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (24):
alltäglich, augenscheinlich, banal, einfach, einleuchtend, fad, fade, gemein, gemeinsam, gemeinschaftlich, gesamt, gesellig, gesellschaftlich, gewöhnlich, klar, offenbar, ordinär, platt, schlicht, sozial, tagsüber, tagtäglich, täglich, üblich
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά κοινός, κοινός τόπος ψυχιατρικής νευροεπιστημών & επιστημών του ανθρώπου, κοινός τόπος νάουσα, κοινός τόπος facebook, κοινός τόπος, κοινός παρονομαστής master tempo stixoi, κοινός στα γερμανικά, alltäglich στα ελληνικά
κοινός στα γερμανικά