lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μετριόφρων στα γερμανικά

Λέξη:
μετριόφρων (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (13):
anspruchslos, bescheiden, demütig, genügsam, keusch, klein, knapp, moralisch, schlicht, schüchtern, simpel, sittlich, sittsam
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά μετριόφρων, μετριόφρων το αντιθετο, μετριόφρων συνώνυμο, μετριόφρων συνώνυμα, μετριόφρων στα αγγλικα, μετριόφρων σημασια, μετριόφρων στα γερμανικά, anspruchslos στα ελληνικά
μετριόφρων στα γερμανικά