lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μπήγω στα γερμανικά

Λέξη:
μπήγω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (6):
schieben, stecken, stoßen, bohren, einschlagen, rammen
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά μπήγω, μπήγω στα γερμανικά, schieben στα ελληνικά
μπήγω στα γερμανικά