lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ορατός στα γερμανικά

Λέξη:
ορατός (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (8):
augenfällig, augenscheinlich, bemerkbar, ersichtlich, merklich, offenbar, scheinbar, sichtbar
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά ορατός, ορατός συνώνυμο, ορατός συνώνυμα, ορατός κομήτης, ορατός στα γερμανικά, augenfällig στα ελληνικά
ορατός στα γερμανικά