lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πυρετώδης στα γερμανικά

Λέξη:
πυρετώδης (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (2):
fieberhaft, hektisch
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά πυρετώδης, πυρετώδης στα γερμανικά, fieberhaft στα ελληνικά
πυρετώδης στα γερμανικά