lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φαινομενικά στα γερμανικά

Λέξη:
φαινομενικά (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (9):
anscheinend, scheinbar, augenfällig, augenscheinlich, bemerkbar, ersichtlich, merklich, offenbar, sichtbar
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά φαινομενικά, φαινομενικά συνώνυμο, φαινομενικά συνώνυμα, φαινομενικά λεξικό, φαινομενικά αγγλικα, φαινομενικά in english, φαινομενικά στα γερμανικά, anscheinend στα ελληνικά
φαινομενικά στα γερμανικά