lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

χάνω στα γερμανικά

Λέξη:
χάνω (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (11):
abgestürzt, abhanden, einbüßen, eingebüßt, verfehlen, verirren, verlaufen, verlieren, vermissen, verpassen, verspielen
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά χάνω, χάνω τον έλεγχο, χάνω συνώνυμα, χάνω μέρες lyrics, χάνω μέρες, χάνω κιλά, χάνω στα γερμανικά, abgestürzt στα ελληνικά
χάνω στα γερμανικά