lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βέβαιος στα δανική

Λέξη:
βέβαιος (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (14):
autentisk, en, et, fast, man, massiv, ordholden, plausibel, positiv, sikker, sæter, trolig, visse, ægte
Σχετικές λέξεις:
δανική βέβαιος, βέβαιος συνώνυμο, βέβαιος συνώνυμα, βέβαιος στα δανική, autentisk στα ελληνικά
βέβαιος στα δανική