lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μαλλιαρός στα δανική

Λέξη:
μαλλιαρός (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (2):
håret, lodden
Σχετικές λέξεις:
δανική μαλλιαρός, χρήστος μαλλιαρός, φραγκίσκος μαλλιαρός, μαλλιαρόσ νίκοσ, μαλλιαρόσ καρδιολόγοσ μυτιλήνη, μαλλιαρός μόρια, μαλλιαρός στα δανική, håret στα ελληνικά
μαλλιαρός στα δανική