lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μποτιλιάρισμα στα δανική

Λέξη:
μποτιλιάρισμα (Αριθμός των γραμμάτων: 13)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (3):
kork, proppe, skrukork
Σχετικές λέξεις:
δανική μποτιλιάρισμα, μποτιλιάρισμα συνώνυμα, μποτιλιάρισμα στους ουρανούς απίστευτο βίντεο με την εναέρια κυκλοφορία, μποτιλιάρισμα θεσσαλονίκη, μποτιλιάρισμα στα δανική, kork στα ελληνικά
μποτιλιάρισμα στα δανική