lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

υπολογίζω στα δανική

Λέξη:
υπολογίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (13):
agte, agtelse, bedømme, beregne, beskatte, evaluere, kalkulere, konto, regne, respekt, stipulere, taksere, vurdere
Σχετικές λέξεις:
δανική υπολογίζω, υπολογίζω τις γόνιμες μέρες, υπολογίζω τα ρέστα β δημοτικού, υπολογίζω τα ρέστα, υπολογίζω συνώνυμα, υπολογίζω περιμέτρους και εμβαδά, υπολογίζω στα δανική, agte στα ελληνικά
υπολογίζω στα δανική