lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: διάβολος

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
archfiend, bogey, bogy, deuce, devil, dickens, fiend, serpent
διάβολος
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
zloduch, čert, ďas, ďábel
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
satan, teuerung, teufel
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
djævel, dæmon, fan, fanden, satan
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
demonio, diablo, patillas, satanás
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
diable, démon
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
demonio, diavolo, satana
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
demon, djevel, fan, fanden, satan
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
бес, дьявол, сатана, чёрт
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
demon, fan, satan
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
djall, shejtan
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
демон
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
сатана, чорт, шаман
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
kurat
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
paholainen, perkele, piru
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
vrag, đavo
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
ördög
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
demonas, velnias, šėtonas
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
diabo, divago, duende
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
diabol
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
біс, бісе, демон, диявол, дідько, змій, змія, люцифер, сатана, соболь, цербер, чорт
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
diabeł, szatan

Σχετικές λέξεις

διαβολος της τασμανίας, διάβολος ετυμολογία, διάβολος ονειροκρίτης, διάβολος της τασμανίας βιντεο, διάβολος μέσα της, διάβολος της θάλασσας, διάβολος φωτιάς, διάβολος και άγιος, διάβολος wikipedia, ο διάβολοσ