lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: διάσωση

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
delivery, escape, help, rescue, salvage, salvation, saving, survival
διάσωση
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
pomoc, výpomoc, zachraňování, zachránění, záchrana
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
heil, hilfe, mithilfe, rettung, unterstützung
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
bistand, bistå, frelse, hjælp, hjælpemiddel, redning, råd
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
auxilio, ayuda, remedio, salvación, salvamento, socorro
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
salut, sauvetage, secours
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ricupero, salvataggio, salvezza, scampo, soccorso, sopravvivenza
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
berging, bistå, frelse, hjelp, redning, råd, unnsetning
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
выручка, помощь
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
bergling, bistå, hjälp, hjälpa, redning, räddning, råd
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
дапамога, помач
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
abi
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
apu, avustus, lunastus, pelastaa
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
megmentés, mentés, segítség, üdvösség
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
padėjėjas, pagalba
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
ajuda, auxilio, salvais, salvamento, socorro
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
ajutor
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
допомога, допомогу, звільнення, полегшення, поміч, підкріплення, підтримка, розмаїтість
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
ocalenie, ratunek

Σχετικές λέξεις

διάσωση πρώτης κατοικίας, διάσωση και ανάδειξη της πολιτιστικής κληρονομιάς της αγιορείτικης εστίας, διάσωση τραπεζών, διάσωση σκύλου με ένα σάντουιτς (video), διάσωση του στρατιώτη ράιαν, διάσωση σκύλου, διάσωση επιβαινόντων σε γαλλική θαλαμηγό, διάσωση ονειροκρίτης, διάσωση κύριας κατοικίας, διάσωση δελφινιών on camera