lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: διαμαρτυρία

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
affirmation, arranging, assertion, asseveration, assurance, enunciation, guarantee, protest, protestation, reassurance, securing
διαμαρτυρία
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
jistota, ohrazení, pojištění, potvrzení, prohlášení, protest, sebedůvěra, sebejistota, tvrzení, ujištění, ujišťování, výpověď, zabezpečení, záruka
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
beteuerung, einspruch, protest, sicherung, versicherung, zusicherung
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
forsikring, protest, påstand, tilsagn
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
afirmación, aseguramiento, aserción, aseveración, protesta, protestación, seguro
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
affirmation, assurance, protestation
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
affermazione, asserzione, assicurazione, baldanza, cauzione, garanzia, protesta
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
forsikring, påstand, tilsagn
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
заверение, протест, уверение
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
försäkring
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
протест
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
запэўненне, запэўніванне, упэўненне, упэўніванне
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
itseluottamus, itsevarmuus, moite, vakuutus
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
potvrda, protest, tvrđenje
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
biztosítás, igenlés, óvás
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
protestas
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
protesta, protesto
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
впевненість, гарантія, завірення, завіряння, запевнення, запевняння, затвердження, певність, ствердження, стверджування, страхування, упевненість
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
zapewnienie

Σχετικές λέξεις

διαμαρτυρία συνώνυμο, διαμαρτυρία λογιστών, διαμαρτυρία active member, διαμαρτυρία αγροτών, διαμαρτυρία forthnet, διαμαρτυρία ψαράδων στη θεσσαλονίκη, διαμαρτυρία εργαζομένων forthnet, διαμαρτυρία εργαζομένων της forthnet, διαμαρτυρία στη forthnet, διαμαρτυρία εκπαιδευτικών