πιανίστας στα αγγλικά πιανίστας στα τσεχική πιανίστας στα γερμανικά πιανίστας στα δανική πιανίστας στα ισπανικά πιανίστας στα γαλλικά πιανίστας στα ιταλικά πιανίστας στα νορβηγικά πιανίστας στα ρωσικά πιανίστας στα σουηδικά πιανίστας στα βουλγαρικά πιανίστας στα λευκορωσίας πιανίστας στα κροατικά πιανίστας στα λιθουανική πιανίστας στα πορτογαλικά πιανίστας στα ουκρανικά πιανίστας στα πολωνική
μανίκι στα ουγγρική ανάχωμα στα σουηδικά γλώσσα στα ουκρανικά προσθέτω στα δανική χορευτής στα ρωσικά
σειληνός χορευτής μανίκι συμπίεσης γλώσσα c προσθέτω αόριστος ανάχωμα συνώνυμο