lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: εταίρα

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
harlot, whore
εταίρα
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
hampejznice
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
dirne, nutte
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
hore, skøge
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
puta
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
catin, coureuse, garce, gouine, louve, putain, roulure
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
baldracca, prostituta, puttana
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
hore
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
блудница, потаскуха
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
проститутка
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
huora
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
prostituta
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
ladacznica

Σχετικές λέξεις

εταίρα φρύνη, εταίρα ετυμολογία, εταίρα λεξικό, εταίρα λαίς, εταίρα ασπασία, εταίρα σημαίνει, εταίρα συνώνυμα, αρχαία εταίρα, η εταίρα, αθηναία εταίρα