lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: ευεργέτης

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
benefactor
ευεργέτης
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
gönner, wohltäter
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
velynder
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
bienhechor, filántropo
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
bienfait, bienfaiteur
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
benefattore
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
velynder
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
батенька, благодетель, благотворитель, милостивец
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
дабрадзей
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
jótevő
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
dobrodinec
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
благодійник, добродійник, жертводавець
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
dobroczyńca, dobrodziej

Σχετικές λέξεις

ευεργέτης επαμεινώνδας, ευεργέτης συνώνυμο, ευεργέτης λεξικο, ευεργέτης συνώνυμα, ευεργέτησ μετάφραση, ευεργέτης translation, εθνικός ευεργέτης, σίνας ευεργέτης, πτολεμαίος ευεργέτης, στουρνάρας ευεργέτης