lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διευρύνω στα ισπανικά

Λέξη:
διευρύνω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (7):
ampliar, ensanchar, agrandar, amplificar, cundir, dilatar, extender
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά διευρύνω, διεύρυνση βικιλεξικο, διευρύνω συνώνυμο, διευρύνω στα αγγλικά, διευρύνω μεταφραση, διευρύνω λεξικο, διευρύνω στα ισπανικά, ampliar στα ελληνικά
διευρύνω στα ισπανικά