ομιλητικός στα αγγλικά ομιλητικός στα τσεχική ομιλητικός στα γερμανικά ομιλητικός στα δανική ομιλητικός στα γαλλικά ομιλητικός στα ιταλικά ομιλητικός στα νορβηγικά ομιλητικός στα ρωσικά ομιλητικός στα σουηδικά ομιλητικός στα λευκορωσίας ομιλητικός στα φινλανδικά ομιλητικός στα ουκρανικά ομιλητικός στα πολωνική
φρικτός στα αγγλικά ακονίζω στα τσεχική ταχύτητα στα πολωνική τροχαλία στα νορβηγικά
φρικτός συνώνυμα ταχύτητα ανέμου πως ακονίζω τροχαλία με μειωτήρα