lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ροπή στα ιταλικά

Λέξη:
ροπή (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (18):
attrattiva, cammino, declivio, direzione, fascino, genio, guida, inclinazione, lenza, linea, pendenza, pendice, predisposizione, riga, rigo, senso, tendenza, trend
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά ροπή, ροπη αυτοκινήτου, ροπή συνώνυμο, ροπή κάμψης, ροπή δύναμης ppt, ροπή δύναμης, ροπή στα ιταλικά, attrattiva στα ελληνικά
ροπή στα ιταλικά